Ψήφος τιμωρίας: Κενά Έδρανα στη Βουλή!
Πώς μπορούμε να τιμωρήσουμε τους βουλευτές και τα κόμματα με το λευκό;
Γιατί το λευκό δεν πηγαίνει στο πρώτο κόμμα;
Γιατί όλοι πιστεύουν το αντίθετο;
Η Βουλή με 294, 290 ή και λιγότερους βουλευτές δε θα συνιστούσε Αντίδραση;
Πώς μπορούμε να τιμωρήσουμε τους βουλευτές και τα κόμματα με το λευκό;
Γιατί το λευκό δεν πηγαίνει στο πρώτο κόμμα;
Γιατί όλοι πιστεύουν το αντίθετο;
Η Βουλή με 294, 290 ή και λιγότερους βουλευτές δε θα συνιστούσε Αντίδραση;
Αυτό το κείμενο αποτελεί μια προσπάθεια να διαλυθεί η σύγχυση που υπάρχει σχετικά με το ‘λευκό’, το άκυρο και την αποχή σε μεγάλη μερίδα των πολιτών. Είναι, δηλαδή, πρωτίστως μια προσπάθεια ενημέρωσης, με επιστημονικό και έγκυρο τρόπο, σχετικά με το ερώτημα «πού πάει η ψήφος μας». Ταυτόχρονα, και ανεξάρτητα από αυτό, συνιστά πρόταση για ‘λευκή’ ψήφο στις επερχόμενες εκλογές.
Τι ισχύει για το λευκό, την αποχή και το άκυρο
Το ‘λευκό’ είναι ψήφος διαμαρτυρίας για εκείνους τους πολίτες που επιθυμούν να παραμείνουν ενεργοί και να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία, όμως δεν εκφράζονται από τα υφιστάμενα κόμματα, είτε σε ιδεολογικό είτε σε πρακτικό επίπεδο. Πολίτης, άλλωστε, είναι αυτός που συμμετέχει στα κοινά, στα ‘της πόλης’ του. Συνεπώς, η συμμετοχή στις εκλογές είναι επιβεβλημένη μορφή συμμετοχής στο πολιτικό σύστημα, ακόμα και γι’ αυτούς που θα ήθελαν την αλλαγή του –ή μάλλον πρωτίστως γι’ αυτούς.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η αποχή δε συνιστά αντίδραση: αποτελεί ένδειξη απάθειας και αδιαφορίας, αν και από μια μικρή μερίδα αντιμετωπίζεται ως συνειδητή επιλογή απαξίωσης της υπάρχουσας εκλογικής διαδικασίας ως μη δημοκρατικής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και σε πρακτικό επίπεδο, η αποχή είναι αναποτελεσματική διότι δεν προσμετράτε στο εκλογικό αποτέλεσμα: ο ψηφοφόρος που απέχει απλά ‘δεν υπάρχει’ για το εκλογικό μας σύστημα: οι έδρες των κομμάτων θα βγουν από τους συμμετέχοντες ούτως ή άλλως, και το ποσοστό της αποχής θα αποτελέσει το πολύ-πολύ αντικείμενο μιας κουβέντας που γρήγορα θα ξεχαστεί.
Το ίδιο ισχύει για το ‘άκυρο’. Καταρχάς είναι παράλογο να συζητάμε για το άκυρο καθώς αυτό δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα ‘λάθος’, δεν είναι ψήφος: το άκυρο ισχύει σε κάθε διαδικασία και σημαίνει απλά ότι αυτός που το ‘έριξε’ έκανε κάποιο λάθος και η ψήφος του δεν είναι σαφής ή έγκυρη. Συνεπώς είναι παράλογο να συνιστά συνειδητή επιλογή. Σε πρακτικό επίπεδο, άλλωστε, έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την αποχή: δεν προσμετράτε, όπως είναι λογικό άλλωστε, στο σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων και στο συνολικό αποτέλεσμα, και βγαίνει εκτός συνολικού αποτελέσματος.
Το ‘λευκό’ ως συνειδητή επιλογή
Το λευκό, από την άλλη, υπάρχει για να καταγράφεται η δυσαρέσκεια των πολιτών καθώς είναι μια επιλογή που προσφέρεται από την εκλογική διαδικασία: είναι μια πολιτική επιλογή, αλλά όχι μια κομματική επιλογή, που αρμόζει σε όσους δεν ταυτίζονται ή σε όσους διαφωνούν με τα υφιστάμενα κόμματα, είτε σε ιδεολογικό είτε σε πρακτικό επίπεδο (δηλαδή σε επίπεδο αποτελεσματικότητας). Προτείνεται, επίσης, ως άρνηση της λογικής που λέει «μην ψηφίσετε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ψηφίστε μικρά κόμματα, όποια κι αν είναι αυτά», δηλαδή ως άρνηση της λογικής που προτείνει το μικρό κόμμα εξ’ ορισμού, λόγω του μεγέθους του. Αλλά, η λογική του ‘εξ ορισμού’ είναι λανθασμένη ως τέτοια –εκτός και αν το μέγεθος μετράει!!! Αντιθέτως, αν ΚΑΙ τα μικρά κόμματα είναι αναποτελεσματικά, πρέπει και αυτά να απορρίπτονται. Δεν είναι παράλογο, για παράδειγμα, να προτείνεται η επιλογή του Καρατζαφέρη ως αντίδραση ή λύση σε ένα σαθρό και ανίκανο κομματικό σύστημα; Από την άλλη, βέβαια, αν κάποιος εκφράζεται από κάποιο από τα μικρά κόμματα, τότε θα πρέπει να προτιμήσει να ψηφίσει αυτά και όχι λευκό. Αν όμως πράγματι εκφράζεται. Όχι στη λογική «να τους βάλουμε στη Βουλή», ή στη λογική ‘του μεγέθους’… Κι αυτό γιατί πρέπει επιτέλους να λειτουργήσουν οι πολίτες, και το πολιτικό μας σύστημα, στη βάση της συνειδητοποίησης και της πραγματικής έκφρασης, και όχι στη βάση του εκβιασμού, των ψευδοδιλλημάτων και του δήθεν κατεπείγοντος (που βιώνουμε σε κάθε εκλογές).
Η παραπληροφόρηση και η αλήθεια
Το βασικότερο ‘επιχείρημα’ εναντίον του λευκού είναι ότι «πάει στο πρώτο κόμμα»!!! Μάλιστα πρόκειται για μια άποψη που προβάλλει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, αποδεικνύοντας τόσο την αδυναμία των Ελλήνων να σκεφτούν λογικά και κριτικά όσο και την κυριαρχία της κομματικής προπαγάνδας (είτε πρόκειται για μικρά είτε για μεγάλα κόμματα). Δεν υπάρχει μεγαλύτερο και καλύτερα συντηρούμενο ψέμα. Είναι σαν να υποστηρίζει κανείς πως το ποσοστό που έχει καταγραφεί για τα λευκά δίνεται σε κάποιο, οποιοδήποτε κόμμα. Είναι απλά παράλογο.
Η αλήθεια είναι πως ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΚΟΜΜΑ. Ποτέ δεν ίσχυσε κάτι τέτοιο και, φυσικά, δεν ισχύει και σήμερα. Πρόκειται για μια προπαγάνδα η οποία ξεκίνησε από τα μικρά κυρίως κόμματα, διαμορφώθηκε από τον παραλογισμό που διέπει πολλούς, και έγινε αυταπόδεικτη αλήθεια. Ξεκίνησε, λοιπόν, η φημολογία αυτή από τα μικρά κόμματα μέσα από την, σωστή αρχικά, επιχειρηματολογία τους κατά του λευκού που βασιζόταν στην άποψη ότι ρίχνοντας λευκό δεν ενισχύεις κάποιο μικρό κόμμα και, εμμέσως, ενισχύεις το δικομματισμό. Γιατί το λευκό είναι ψήφος διαμαρτυρίας, και, ως γνωστόν, τα μικρά κόμματα λαμβάνουν πολλές ψήφους διαμαρτυρίας. Συνεπώς, το λευκό θίγει τα μικρά κόμματα. Κι αυτό είναι αλήθεια. Είναι όμως διαφορετικό αυτό απ’ τη διαστρέβλωση πως το λευκό προσμετράτε στο ποσοστό των μεγάλων κομμάτων ή του πρώτου κόμματος! Μια στρέβλωση που δεν έχει αποκατασταθεί από κανένα μικρό κόμμα –εννοείται, αφού στην προκειμένη περίπτωση η αλήθεια τα θίγει– και από κανένα μεγάλο –εννοείτε, αφού το ψέμα τα ευνοεί. Κι έτσι, τα μικρά κόμματα δεν επιδεικνύουν διαφορετική πολιτική λειτουργία από τα μεγάλα στο βαθμό που δεν αποκαθιστούν την αλήθεια, απλά ‘μικρότερη’ και αυτό συνιστά λόγο να ψηφίσει κανείς λευκό, δηλαδή να διαμαρτυρηθεί και εναντίων τους.
Ο νόμος, το Σύνταγμα και η γνωμοδότηση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου
Το μόνο πρόβλημα που πραγματικά υπάρχει με το λευκό είναι ότι, στην πράξη, η αντιμετώπισή του από την επίσημη εκλογική πρακτική είναι η ίδια με του άκυρου: λευκά και άκυρα, αν και καταμετρώνται χωριστά, ανακοινώνονται μαζί και τίθενται εκτός ποσοστού στα τελικά αποτελέσματα (και αυτό με απλή λογική, χωρίς να διαβάσει κανείς τον εκλογικό νόμο, αποδεικνύει πως δεν πάει στο πρώτο κόμμα). Έτσι, ενώ το λευκό αποτελεί συνειδητή τοποθέτηση, αντιμετωπιζόταν μέχρι τώρα κατ’ αυθαίρετο τρόπο ως άκυρο και … πετιόταν στο καλάθι των αχρήστων μαζί με τα ‘λανθασμένα’ ψηφοδέλτια. Κατ’ αυθαίρετο τρόπο γιατί ο ίδιος ο εκλογικός νόμος δεν θεωρούσε το λευκό άκυρη ψήφο, χωρίς να επιβάλλει όμως είτε τον υπολογισμό της είτε το αντίθετο (ν. 3231/2004) Το κενό νόμου, λοιπόν, που υφίστατο ως προς τον υπολογισμό της λευκής ψήφου επέτρεπε αυτή την αντιμετώπιση.
Την επέτρεπε… Μέχρι το Μάιο του 2005, όταν το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ της προσμέτρησης του λευκού στο συνολικό εκλογικό αποτέλεσμα (απόφαση 12/2005 του Α.Ε.Δ., της 9/5/2005, παραθέτουμε στη συνέχεια το σκεπτικό της απόφασης). Αφορμή στάθηκε η προσφυγή του Αχιλλέα Καραμανλή, υποψήφιου βουλευτή της ΝΔ μετά τις προηγούμενες εκλογές· προσφυγή που έγινε όχι για την αποκατάσταση της τάξης, αλλά για να μικροπολιτικούς σκοπούς και προσωπικό συμφέρον. Πέρα από την πρόθεση το ενάγοντα, όμως, η γνωμοδότηση του Α.Ε.Δ. είναι ότι: η ίση αντιμετώπιση των έγκυρων ψήφων, που επιβάλλει το Σύνταγμα, πρέπει να διασφαλίζεται ανεξάρτητα από το περιεχόμενό τους, και άρα «λογικώς αναγκαίο…είναι ο συνυπολογισμός του συνόλου αυτών, θετικών και λευκών…»· «το αντίθετο θα ισοδυναμούσε με εξομοίωση των λευκών ψήφων … προς τις άκυρες» θίγοντας τον πυρήνα της λαϊκής κυριαρχίας «διότι απαγορεύεται συνταγματικώς η εκ των προτέρων πολιτική αχρήστευση έγκυρης ψήφου. Συνεπώς, περιορισμός του πολίτη μόνο στο δικαίωμα ελεύθερης προσβάσεως στο εκλογικό κέντρο και ρίψη λευκού ψηφοδελτίου, χάριν απλώς της στατιστικής αποτυπώσεως της πολιτικής στάσεως τμήματος του εκλογικού σώματος δεν επιτρέπεται, διότι συνιστά στρέβλωση της βουλήσεως των εκλογέων και πολιτικό αποκλεισμό των από τη συμμετοχή στην πολιτική ζωή με τον τρόπο που επέλεξαν» (αρ 10, της απόφασης 12/2005). Αυτή η απόφαση αποτελεί νομολογία αλλά και τεκμηριωμένη άποψη της ανώτατης δικαστικής σύνθεσης της χώρας μας (με τη συμμετοχή του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου) και μάλιστα ιδιαίτερα πρόσφατη. Συνεπώς, το λευκό πλέον είναι και επισήμως αναγνωρισμένο από το δικαστικό μας σύστημα, χωρίς βέβαια η απόφαση αυτή να είναι δεσμευτική για επόμενες προσφυγές και αποφάσεις.
Αντίδραση και τιμωρία
Φυσικά, το επίσημο πολιτικό σύστημα θα επιδιώξει να μην το προσμετρήσει και να ‘στρουθοκαμηλίσει’ απέναντι στην απόφαση αυτή. Γιατί αναγνώριση του λευκού σημαίνει ΚΕΝΑ ΕΔΡΑΝΑ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ. Ήδη επόμενοι νόμοι, που θέλαν να προλάβουν τυχόν πρωτοβουλίες σαν κι αυτή, του επιφυλάσσουν την τύχη του άκυρου, χωρίς να είναι άκυρο (ν. 3434/2006). Φυσικά, για να γίνει αυτό και να προσμετρηθούν τελικώς τα λευκά θα πρέπει να δράσουμε ως πραγματικά ενεργοί πολίτες και με τα ένδικα μέτρα που προβλέπει ο ίδιος ο εκλογικός νόμος να ΑΠΑΙΤΗΣΟΥΜΕ την αναγνώριση του λευκού αμέσως μετά τις εκλογές. Αυτό βέβαια προϋποθέτει, εκτός από την απαραίτητη προσφυγή, και την κινητοποίηση των πολιτών που υποστηρίζουν τις Συνταγματικές διατάξεις –τόσο αυτών που θα επιλέξουν το λευκό όσο και άλλων που θα υπερασπιστούν τη Συνταγματική τάξη ως θέμα αρχής. Θα πρέπει, δηλαδή, να είναι σε εγρήγορση ο κάθε πολίτης και να υποστηρίξει την προσφυγή ενεργά μέσω της συλλογής υπογραφών. Ας μην ξεχνάμε πως «η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία» (αρ 120 §4 του Συντάγματος).
Προϋπόθεση, φυσικά, για να διεκδικήσουμε τα κενά έδρανα στη Βουλή είναι το λευκό να κερδίσει το 3%, όπως ορίζει ο νόμος για να γίνει η κατανομή των εδρών. Αλλά, και χωρίς το 3% θα διεκδικήσουμε τον προσμέτρηση του λευκού στο συνολικό ποσοστό των έγκυρων ψηφοδελτίων και, άρα, στο τελικό αποτέλεσμα –δηλαδή να μετρήσει ως ποσοστό έστω και χωρίς τις άμεσες συνέπειες στις βουλευτικές έδρες, αλλάζοντας τα συνολικά ποσοστά όλων των κομμάτων.
Συνεπώς, στην προκείμενη πολιτική συγκυρία, το λευκό, εκτός από επιλογή διαμαρτυρίας, είναι και ψήφος τιμωρίας όλων αυτών που μας κοροϊδεύουν ανοιχτά και απροκάλυπτα εδώ και αρκετά χρόνια και που καταπατούν το ίδιο το Σύνταγμα, χωρίς κανείς (‘μικρός’ ή ‘μεγάλος’) να το καταγγέλλει ή να κάνει κάτι γι’ αυτό. Η ίδια η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, για παράδειγμα, συνιστά κοροϊδία, αφού η αναγγελία τους έγινε εσπευσμένα αμέσως μετά τον δεκαπενταύγουστο, αλλά και παραβίαση του Συντάγματος, αφού αυτό προβλέπει αυστηρά την τήρηση της τετραετίας (άρθρο 53 §1: «Οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη που αρχίζουν από τη μέρα των γενικών εκλογών»)· πρόωρες εκλογές δικαιολογούνται μόνο στην περίπτωση έκτακτης εθνικής ανάγκης (άρθρο 41 § 2: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Αποκλείεται η διάλυση της Βουλής για το ίδιο θέμα»). Οι εκλογές που προκηρύχθηκαν στις 16 Αυγούστου είχαν ως επίσημη αιτιολογία «την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων», κάτι που βεβαίως δε συνιστά λόγο εξαιρετικής εθνικής σημασίας και, ταυτόχρονα, αποτελεί το ίδιο θέμα για το οποίο συγκροτήθηκε η προηγούμενη Βουλή. Βλέπουμε λοιπόν πως η κυβέρνηση με απροκάλυπτο τρόπο παραβιάζει το Σύνταγμα (δεν τηρούνται καν πλέον τα προσχήματα), υπό τις ευλογίες του ΠΑΣΟΚ που ζητούσε πρόωρες εκλογές από…τότε που έγιναν οι προηγούμενες, και τα λοιπά κόμματα να μην ενημερώνουν τους πολίτες για την αντισυνταγματικότητα και τις παρατυπίες των ενεργειών αυτών. Κι αυτή η ενημέρωση, και καταγγελία, είναι χρέος όλων των κομμάτων, γιατί οι πολίτες, φυσικά, δεν μπορούν να γνωρίζουν ακριβώς τι προβλέπει το Σύνταγμα και οι νόμοι και θεωρούν νόμιμο τον τρόπο διεξαγωγής τους, καθώς εδώ και δυο δεκαετίες υφίστανται την προπαγάνδα των πρόωρων εκλογών.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως μόνο αν θιγεί ο αριθμός των βουλευτών και, συνεπώς, η δουλειά και ο μισθός τους (σε ατομικό επίπεδο) και η συνολική ισχύς των κομμάτων (σε συλλογικό επίπεδο) υπάρχει δυνατότητα να αγγίξουμε κάποιες ‘ευαίσθητες χορδές’ των πολιτικών. Έστω και αν η ‘ευαισθησία’ τους απαιτεί να θιγεί η τσέπη τους, η δουλειά τους και η πολιτική τους δύναμη. Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή, που θίγονται και οι πολίτες καθημερινά: με την ΑΠΟΛΥΣΗ –ή την απειλή της απόλυσης. Γιατί οι πολίτες είναι οι εργοδότες τους. Και, εφόσον η δουλειά που τους έχει ανατεθεί όχι απλά δε γίνεται αλλά καταστρέφουν την Ελλάδα, προφανώς δεν είναι ικανοί γι’ αυτή τη δουλειά.
Πάνω απ’ όλα συμμετοχή
Η πρόταση για λευκό δεν είναι μια ιδεολογική ή συγκεκριμένη τοποθέτηση για την άσκηση της διακυβέρνησης. Ούτε βεβαίως θα αφήσει κυβερνητικό κενό και χάος, όπως κάποιοι υποστηρίζουν. Είναι πρόταση έμπρακτης διαμαρτυρίας και αποτελεσματικής τιμωρίας. Έμπρακτη τόσο κατά την ψηφοφορία όσο και, κυρίως, μετά από αυτήν.
Είναι πρόταση καταψήφισης του υφιστάμενου κομματικού συστήματος στο σύνολό του. Και, είναι πρόταση που κατεξοχήν αρμόζει στην παρούσα πολιτική συγκυρία.
Είναι όμως πάνω απ’ όλα πρόταση συμμετοχής: μην απέχετε. Ψηφίστε ότι να ’ναι, αλλά ψηφίστε. Ακόμα και η ψήφος σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι προτιμότερη από την αποχή!!! Γιατί η αποχή είναι η βασική τους επιδίωξη. Αλλά επειδή όσοι απέχουν δεν επιθυμούν συνήθως να ψηφίσουν κάποιο από τα υφιστάμενα κόμματα, προτείνεται το λευκό. Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν. Για να ενισχύσουν την αξία του μέσα από ένα μεγάλο ποσοστό. Σκεφτείτε πως η αποχή στις προηγούμενες εκλογές άγγιξε το 30%. Αν έστω και οι μισοί από αυτούς ψηφίσουν λευκό, το 3% όχι μόνο δε θα είναι ένα άπιαστο ποσοστό αλλά μπορεί και να ξεπεραστεί κατά πολύ αν επιλεγεί μαζικά αντί του άκυρου και, κυρίως, της αποχής. Μαζικά, συλλογικά, αλλά συνειδητά από τον καθένα μας ξεχωριστά. Τότε, λοιπόν, το πολιτικό σύστημα θα αναγκαστεί να κινηθεί προς κάποια κατεύθυνση. Και κάθε κίνηση είναι ευπρόσδεκτη μέσα στο υπάρχων βαλτωμένο πολιτικό σκηνικό.
Τέλος, ότι και να πράξετε εν τέλει, σπάστε την παραπληροφόρηση. Διακινείστε αυτό το κείμενο, ενημερώστε πως είναι ένα ψέμα ότι το λευκό ‘πάει στο πρώτο κόμμα’ –και μετά πράξτε κατά συνείδηση. Στείλτε το με e-mail σε όποιον γνωρίζετε. Δώστε το στους συμπολίτες σας. Φωτοτυπήστε το και μοιράστε το. Γιατί κανένα κόμμα, κανάλι, ραδιόφωνο ή και εφημερίδα ακόμη δε θα το κάνει. Ο καθένας μόνος του. Με σεβασμό στην ατομικότητα και στην ιδιαιτερότητα των απόψεων και πεποιθήσεων που πρέπει να διαμορφώνονται ελεύθερα στηριζόμενες στην αλήθεια. Και όλοι μαζί, ταυτόχρονα.
ΣΠΑΣΤΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ. Ώστε η όποια ψήφος, η όποια επιλογή, να είναι συνειδητή και ενημερωμένη. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό.
Τι ισχύει για το λευκό, την αποχή και το άκυρο
Το ‘λευκό’ είναι ψήφος διαμαρτυρίας για εκείνους τους πολίτες που επιθυμούν να παραμείνουν ενεργοί και να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία, όμως δεν εκφράζονται από τα υφιστάμενα κόμματα, είτε σε ιδεολογικό είτε σε πρακτικό επίπεδο. Πολίτης, άλλωστε, είναι αυτός που συμμετέχει στα κοινά, στα ‘της πόλης’ του. Συνεπώς, η συμμετοχή στις εκλογές είναι επιβεβλημένη μορφή συμμετοχής στο πολιτικό σύστημα, ακόμα και γι’ αυτούς που θα ήθελαν την αλλαγή του –ή μάλλον πρωτίστως γι’ αυτούς.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η αποχή δε συνιστά αντίδραση: αποτελεί ένδειξη απάθειας και αδιαφορίας, αν και από μια μικρή μερίδα αντιμετωπίζεται ως συνειδητή επιλογή απαξίωσης της υπάρχουσας εκλογικής διαδικασίας ως μη δημοκρατικής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και σε πρακτικό επίπεδο, η αποχή είναι αναποτελεσματική διότι δεν προσμετράτε στο εκλογικό αποτέλεσμα: ο ψηφοφόρος που απέχει απλά ‘δεν υπάρχει’ για το εκλογικό μας σύστημα: οι έδρες των κομμάτων θα βγουν από τους συμμετέχοντες ούτως ή άλλως, και το ποσοστό της αποχής θα αποτελέσει το πολύ-πολύ αντικείμενο μιας κουβέντας που γρήγορα θα ξεχαστεί.
Το ίδιο ισχύει για το ‘άκυρο’. Καταρχάς είναι παράλογο να συζητάμε για το άκυρο καθώς αυτό δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα ‘λάθος’, δεν είναι ψήφος: το άκυρο ισχύει σε κάθε διαδικασία και σημαίνει απλά ότι αυτός που το ‘έριξε’ έκανε κάποιο λάθος και η ψήφος του δεν είναι σαφής ή έγκυρη. Συνεπώς είναι παράλογο να συνιστά συνειδητή επιλογή. Σε πρακτικό επίπεδο, άλλωστε, έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την αποχή: δεν προσμετράτε, όπως είναι λογικό άλλωστε, στο σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων και στο συνολικό αποτέλεσμα, και βγαίνει εκτός συνολικού αποτελέσματος.
Το ‘λευκό’ ως συνειδητή επιλογή
Το λευκό, από την άλλη, υπάρχει για να καταγράφεται η δυσαρέσκεια των πολιτών καθώς είναι μια επιλογή που προσφέρεται από την εκλογική διαδικασία: είναι μια πολιτική επιλογή, αλλά όχι μια κομματική επιλογή, που αρμόζει σε όσους δεν ταυτίζονται ή σε όσους διαφωνούν με τα υφιστάμενα κόμματα, είτε σε ιδεολογικό είτε σε πρακτικό επίπεδο (δηλαδή σε επίπεδο αποτελεσματικότητας). Προτείνεται, επίσης, ως άρνηση της λογικής που λέει «μην ψηφίσετε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ψηφίστε μικρά κόμματα, όποια κι αν είναι αυτά», δηλαδή ως άρνηση της λογικής που προτείνει το μικρό κόμμα εξ’ ορισμού, λόγω του μεγέθους του. Αλλά, η λογική του ‘εξ ορισμού’ είναι λανθασμένη ως τέτοια –εκτός και αν το μέγεθος μετράει!!! Αντιθέτως, αν ΚΑΙ τα μικρά κόμματα είναι αναποτελεσματικά, πρέπει και αυτά να απορρίπτονται. Δεν είναι παράλογο, για παράδειγμα, να προτείνεται η επιλογή του Καρατζαφέρη ως αντίδραση ή λύση σε ένα σαθρό και ανίκανο κομματικό σύστημα; Από την άλλη, βέβαια, αν κάποιος εκφράζεται από κάποιο από τα μικρά κόμματα, τότε θα πρέπει να προτιμήσει να ψηφίσει αυτά και όχι λευκό. Αν όμως πράγματι εκφράζεται. Όχι στη λογική «να τους βάλουμε στη Βουλή», ή στη λογική ‘του μεγέθους’… Κι αυτό γιατί πρέπει επιτέλους να λειτουργήσουν οι πολίτες, και το πολιτικό μας σύστημα, στη βάση της συνειδητοποίησης και της πραγματικής έκφρασης, και όχι στη βάση του εκβιασμού, των ψευδοδιλλημάτων και του δήθεν κατεπείγοντος (που βιώνουμε σε κάθε εκλογές).
Η παραπληροφόρηση και η αλήθεια
Το βασικότερο ‘επιχείρημα’ εναντίον του λευκού είναι ότι «πάει στο πρώτο κόμμα»!!! Μάλιστα πρόκειται για μια άποψη που προβάλλει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, αποδεικνύοντας τόσο την αδυναμία των Ελλήνων να σκεφτούν λογικά και κριτικά όσο και την κυριαρχία της κομματικής προπαγάνδας (είτε πρόκειται για μικρά είτε για μεγάλα κόμματα). Δεν υπάρχει μεγαλύτερο και καλύτερα συντηρούμενο ψέμα. Είναι σαν να υποστηρίζει κανείς πως το ποσοστό που έχει καταγραφεί για τα λευκά δίνεται σε κάποιο, οποιοδήποτε κόμμα. Είναι απλά παράλογο.
Η αλήθεια είναι πως ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΚΟΜΜΑ. Ποτέ δεν ίσχυσε κάτι τέτοιο και, φυσικά, δεν ισχύει και σήμερα. Πρόκειται για μια προπαγάνδα η οποία ξεκίνησε από τα μικρά κυρίως κόμματα, διαμορφώθηκε από τον παραλογισμό που διέπει πολλούς, και έγινε αυταπόδεικτη αλήθεια. Ξεκίνησε, λοιπόν, η φημολογία αυτή από τα μικρά κόμματα μέσα από την, σωστή αρχικά, επιχειρηματολογία τους κατά του λευκού που βασιζόταν στην άποψη ότι ρίχνοντας λευκό δεν ενισχύεις κάποιο μικρό κόμμα και, εμμέσως, ενισχύεις το δικομματισμό. Γιατί το λευκό είναι ψήφος διαμαρτυρίας, και, ως γνωστόν, τα μικρά κόμματα λαμβάνουν πολλές ψήφους διαμαρτυρίας. Συνεπώς, το λευκό θίγει τα μικρά κόμματα. Κι αυτό είναι αλήθεια. Είναι όμως διαφορετικό αυτό απ’ τη διαστρέβλωση πως το λευκό προσμετράτε στο ποσοστό των μεγάλων κομμάτων ή του πρώτου κόμματος! Μια στρέβλωση που δεν έχει αποκατασταθεί από κανένα μικρό κόμμα –εννοείται, αφού στην προκειμένη περίπτωση η αλήθεια τα θίγει– και από κανένα μεγάλο –εννοείτε, αφού το ψέμα τα ευνοεί. Κι έτσι, τα μικρά κόμματα δεν επιδεικνύουν διαφορετική πολιτική λειτουργία από τα μεγάλα στο βαθμό που δεν αποκαθιστούν την αλήθεια, απλά ‘μικρότερη’ και αυτό συνιστά λόγο να ψηφίσει κανείς λευκό, δηλαδή να διαμαρτυρηθεί και εναντίων τους.
Ο νόμος, το Σύνταγμα και η γνωμοδότηση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου
Το μόνο πρόβλημα που πραγματικά υπάρχει με το λευκό είναι ότι, στην πράξη, η αντιμετώπισή του από την επίσημη εκλογική πρακτική είναι η ίδια με του άκυρου: λευκά και άκυρα, αν και καταμετρώνται χωριστά, ανακοινώνονται μαζί και τίθενται εκτός ποσοστού στα τελικά αποτελέσματα (και αυτό με απλή λογική, χωρίς να διαβάσει κανείς τον εκλογικό νόμο, αποδεικνύει πως δεν πάει στο πρώτο κόμμα). Έτσι, ενώ το λευκό αποτελεί συνειδητή τοποθέτηση, αντιμετωπιζόταν μέχρι τώρα κατ’ αυθαίρετο τρόπο ως άκυρο και … πετιόταν στο καλάθι των αχρήστων μαζί με τα ‘λανθασμένα’ ψηφοδέλτια. Κατ’ αυθαίρετο τρόπο γιατί ο ίδιος ο εκλογικός νόμος δεν θεωρούσε το λευκό άκυρη ψήφο, χωρίς να επιβάλλει όμως είτε τον υπολογισμό της είτε το αντίθετο (ν. 3231/2004) Το κενό νόμου, λοιπόν, που υφίστατο ως προς τον υπολογισμό της λευκής ψήφου επέτρεπε αυτή την αντιμετώπιση.
Την επέτρεπε… Μέχρι το Μάιο του 2005, όταν το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ της προσμέτρησης του λευκού στο συνολικό εκλογικό αποτέλεσμα (απόφαση 12/2005 του Α.Ε.Δ., της 9/5/2005, παραθέτουμε στη συνέχεια το σκεπτικό της απόφασης). Αφορμή στάθηκε η προσφυγή του Αχιλλέα Καραμανλή, υποψήφιου βουλευτή της ΝΔ μετά τις προηγούμενες εκλογές· προσφυγή που έγινε όχι για την αποκατάσταση της τάξης, αλλά για να μικροπολιτικούς σκοπούς και προσωπικό συμφέρον. Πέρα από την πρόθεση το ενάγοντα, όμως, η γνωμοδότηση του Α.Ε.Δ. είναι ότι: η ίση αντιμετώπιση των έγκυρων ψήφων, που επιβάλλει το Σύνταγμα, πρέπει να διασφαλίζεται ανεξάρτητα από το περιεχόμενό τους, και άρα «λογικώς αναγκαίο…είναι ο συνυπολογισμός του συνόλου αυτών, θετικών και λευκών…»· «το αντίθετο θα ισοδυναμούσε με εξομοίωση των λευκών ψήφων … προς τις άκυρες» θίγοντας τον πυρήνα της λαϊκής κυριαρχίας «διότι απαγορεύεται συνταγματικώς η εκ των προτέρων πολιτική αχρήστευση έγκυρης ψήφου. Συνεπώς, περιορισμός του πολίτη μόνο στο δικαίωμα ελεύθερης προσβάσεως στο εκλογικό κέντρο και ρίψη λευκού ψηφοδελτίου, χάριν απλώς της στατιστικής αποτυπώσεως της πολιτικής στάσεως τμήματος του εκλογικού σώματος δεν επιτρέπεται, διότι συνιστά στρέβλωση της βουλήσεως των εκλογέων και πολιτικό αποκλεισμό των από τη συμμετοχή στην πολιτική ζωή με τον τρόπο που επέλεξαν» (αρ 10, της απόφασης 12/2005). Αυτή η απόφαση αποτελεί νομολογία αλλά και τεκμηριωμένη άποψη της ανώτατης δικαστικής σύνθεσης της χώρας μας (με τη συμμετοχή του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου) και μάλιστα ιδιαίτερα πρόσφατη. Συνεπώς, το λευκό πλέον είναι και επισήμως αναγνωρισμένο από το δικαστικό μας σύστημα, χωρίς βέβαια η απόφαση αυτή να είναι δεσμευτική για επόμενες προσφυγές και αποφάσεις.
Αντίδραση και τιμωρία
Φυσικά, το επίσημο πολιτικό σύστημα θα επιδιώξει να μην το προσμετρήσει και να ‘στρουθοκαμηλίσει’ απέναντι στην απόφαση αυτή. Γιατί αναγνώριση του λευκού σημαίνει ΚΕΝΑ ΕΔΡΑΝΑ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ. Ήδη επόμενοι νόμοι, που θέλαν να προλάβουν τυχόν πρωτοβουλίες σαν κι αυτή, του επιφυλάσσουν την τύχη του άκυρου, χωρίς να είναι άκυρο (ν. 3434/2006). Φυσικά, για να γίνει αυτό και να προσμετρηθούν τελικώς τα λευκά θα πρέπει να δράσουμε ως πραγματικά ενεργοί πολίτες και με τα ένδικα μέτρα που προβλέπει ο ίδιος ο εκλογικός νόμος να ΑΠΑΙΤΗΣΟΥΜΕ την αναγνώριση του λευκού αμέσως μετά τις εκλογές. Αυτό βέβαια προϋποθέτει, εκτός από την απαραίτητη προσφυγή, και την κινητοποίηση των πολιτών που υποστηρίζουν τις Συνταγματικές διατάξεις –τόσο αυτών που θα επιλέξουν το λευκό όσο και άλλων που θα υπερασπιστούν τη Συνταγματική τάξη ως θέμα αρχής. Θα πρέπει, δηλαδή, να είναι σε εγρήγορση ο κάθε πολίτης και να υποστηρίξει την προσφυγή ενεργά μέσω της συλλογής υπογραφών. Ας μην ξεχνάμε πως «η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία» (αρ 120 §4 του Συντάγματος).
Προϋπόθεση, φυσικά, για να διεκδικήσουμε τα κενά έδρανα στη Βουλή είναι το λευκό να κερδίσει το 3%, όπως ορίζει ο νόμος για να γίνει η κατανομή των εδρών. Αλλά, και χωρίς το 3% θα διεκδικήσουμε τον προσμέτρηση του λευκού στο συνολικό ποσοστό των έγκυρων ψηφοδελτίων και, άρα, στο τελικό αποτέλεσμα –δηλαδή να μετρήσει ως ποσοστό έστω και χωρίς τις άμεσες συνέπειες στις βουλευτικές έδρες, αλλάζοντας τα συνολικά ποσοστά όλων των κομμάτων.
Συνεπώς, στην προκείμενη πολιτική συγκυρία, το λευκό, εκτός από επιλογή διαμαρτυρίας, είναι και ψήφος τιμωρίας όλων αυτών που μας κοροϊδεύουν ανοιχτά και απροκάλυπτα εδώ και αρκετά χρόνια και που καταπατούν το ίδιο το Σύνταγμα, χωρίς κανείς (‘μικρός’ ή ‘μεγάλος’) να το καταγγέλλει ή να κάνει κάτι γι’ αυτό. Η ίδια η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, για παράδειγμα, συνιστά κοροϊδία, αφού η αναγγελία τους έγινε εσπευσμένα αμέσως μετά τον δεκαπενταύγουστο, αλλά και παραβίαση του Συντάγματος, αφού αυτό προβλέπει αυστηρά την τήρηση της τετραετίας (άρθρο 53 §1: «Οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη που αρχίζουν από τη μέρα των γενικών εκλογών»)· πρόωρες εκλογές δικαιολογούνται μόνο στην περίπτωση έκτακτης εθνικής ανάγκης (άρθρο 41 § 2: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Αποκλείεται η διάλυση της Βουλής για το ίδιο θέμα»). Οι εκλογές που προκηρύχθηκαν στις 16 Αυγούστου είχαν ως επίσημη αιτιολογία «την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων», κάτι που βεβαίως δε συνιστά λόγο εξαιρετικής εθνικής σημασίας και, ταυτόχρονα, αποτελεί το ίδιο θέμα για το οποίο συγκροτήθηκε η προηγούμενη Βουλή. Βλέπουμε λοιπόν πως η κυβέρνηση με απροκάλυπτο τρόπο παραβιάζει το Σύνταγμα (δεν τηρούνται καν πλέον τα προσχήματα), υπό τις ευλογίες του ΠΑΣΟΚ που ζητούσε πρόωρες εκλογές από…τότε που έγιναν οι προηγούμενες, και τα λοιπά κόμματα να μην ενημερώνουν τους πολίτες για την αντισυνταγματικότητα και τις παρατυπίες των ενεργειών αυτών. Κι αυτή η ενημέρωση, και καταγγελία, είναι χρέος όλων των κομμάτων, γιατί οι πολίτες, φυσικά, δεν μπορούν να γνωρίζουν ακριβώς τι προβλέπει το Σύνταγμα και οι νόμοι και θεωρούν νόμιμο τον τρόπο διεξαγωγής τους, καθώς εδώ και δυο δεκαετίες υφίστανται την προπαγάνδα των πρόωρων εκλογών.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως μόνο αν θιγεί ο αριθμός των βουλευτών και, συνεπώς, η δουλειά και ο μισθός τους (σε ατομικό επίπεδο) και η συνολική ισχύς των κομμάτων (σε συλλογικό επίπεδο) υπάρχει δυνατότητα να αγγίξουμε κάποιες ‘ευαίσθητες χορδές’ των πολιτικών. Έστω και αν η ‘ευαισθησία’ τους απαιτεί να θιγεί η τσέπη τους, η δουλειά τους και η πολιτική τους δύναμη. Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή, που θίγονται και οι πολίτες καθημερινά: με την ΑΠΟΛΥΣΗ –ή την απειλή της απόλυσης. Γιατί οι πολίτες είναι οι εργοδότες τους. Και, εφόσον η δουλειά που τους έχει ανατεθεί όχι απλά δε γίνεται αλλά καταστρέφουν την Ελλάδα, προφανώς δεν είναι ικανοί γι’ αυτή τη δουλειά.
Πάνω απ’ όλα συμμετοχή
Η πρόταση για λευκό δεν είναι μια ιδεολογική ή συγκεκριμένη τοποθέτηση για την άσκηση της διακυβέρνησης. Ούτε βεβαίως θα αφήσει κυβερνητικό κενό και χάος, όπως κάποιοι υποστηρίζουν. Είναι πρόταση έμπρακτης διαμαρτυρίας και αποτελεσματικής τιμωρίας. Έμπρακτη τόσο κατά την ψηφοφορία όσο και, κυρίως, μετά από αυτήν.
Είναι πρόταση καταψήφισης του υφιστάμενου κομματικού συστήματος στο σύνολό του. Και, είναι πρόταση που κατεξοχήν αρμόζει στην παρούσα πολιτική συγκυρία.
Είναι όμως πάνω απ’ όλα πρόταση συμμετοχής: μην απέχετε. Ψηφίστε ότι να ’ναι, αλλά ψηφίστε. Ακόμα και η ψήφος σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι προτιμότερη από την αποχή!!! Γιατί η αποχή είναι η βασική τους επιδίωξη. Αλλά επειδή όσοι απέχουν δεν επιθυμούν συνήθως να ψηφίσουν κάποιο από τα υφιστάμενα κόμματα, προτείνεται το λευκό. Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν. Για να ενισχύσουν την αξία του μέσα από ένα μεγάλο ποσοστό. Σκεφτείτε πως η αποχή στις προηγούμενες εκλογές άγγιξε το 30%. Αν έστω και οι μισοί από αυτούς ψηφίσουν λευκό, το 3% όχι μόνο δε θα είναι ένα άπιαστο ποσοστό αλλά μπορεί και να ξεπεραστεί κατά πολύ αν επιλεγεί μαζικά αντί του άκυρου και, κυρίως, της αποχής. Μαζικά, συλλογικά, αλλά συνειδητά από τον καθένα μας ξεχωριστά. Τότε, λοιπόν, το πολιτικό σύστημα θα αναγκαστεί να κινηθεί προς κάποια κατεύθυνση. Και κάθε κίνηση είναι ευπρόσδεκτη μέσα στο υπάρχων βαλτωμένο πολιτικό σκηνικό.
Τέλος, ότι και να πράξετε εν τέλει, σπάστε την παραπληροφόρηση. Διακινείστε αυτό το κείμενο, ενημερώστε πως είναι ένα ψέμα ότι το λευκό ‘πάει στο πρώτο κόμμα’ –και μετά πράξτε κατά συνείδηση. Στείλτε το με e-mail σε όποιον γνωρίζετε. Δώστε το στους συμπολίτες σας. Φωτοτυπήστε το και μοιράστε το. Γιατί κανένα κόμμα, κανάλι, ραδιόφωνο ή και εφημερίδα ακόμη δε θα το κάνει. Ο καθένας μόνος του. Με σεβασμό στην ατομικότητα και στην ιδιαιτερότητα των απόψεων και πεποιθήσεων που πρέπει να διαμορφώνονται ελεύθερα στηριζόμενες στην αλήθεια. Και όλοι μαζί, ταυτόχρονα.
ΣΠΑΣΤΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ. Ώστε η όποια ψήφος, η όποια επιλογή, να είναι συνειδητή και ενημερωμένη. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό.